Θα έχουμε για πάντα το Παρίσι
Έμεινα στο Παρίσι 19 νύχτες, δηλαδή 20 μέρες. Σε ένα φωτεινό παλαιομοδίτικο AirBnb στην υπέροχη Μπελβίλ, σε τέταρτο όροφο χωρίς ασανσέρ, αλλά με θέα στον κατάφωτο Πύργο του Άιφελ. Ήταν το κτίριο με αυτοκόλλητο «From the river to the sea» στο ισόγειο, με τη σημαία του ουράνιου τόξου στο παράθυρο και με το γκράφιτι του Μπελμοντό ακριβώς απέναντι, στο παρκάκι.
Τα δύσκολα βράδια έτρωγα κεμπάπ από έναν Τούρκο που με φώναζε «αρκαντάς» και έπινα μία μπίρες «Parisis» στο Μπιστρό των Φιλοσόφων της Βραζιλιάνας γραίας, ακούγοντας Σαρλ Αζναβούρ. Θα μπορούσα να ζήσω εκεί για πάντα. Στη Μπελβίλ, όχι στο μπιστρό. Ή και στο μπιστρό.
Μπήκα σε αμέτρητα τρένα και λεωφορεία, αλλά σε μηδέν ταξί και έχω να το υπερηφανεύομαι. Παρακολούθησα τένις, στίβο, μπάσκετ, πόλο, κολύμπι, ενόργανη, πινγκ πονγκ, καταδύσεις, βόλεϊ, ποδηλασία δρόμου, τζούντο, πάλη, καλλιτεχνική κολύμβηση και, ναι, μπρέικινγκ, δηλαδή μπρέικντανς. Πολλά, αλλά πολύ πολύ λιγότερα απ’ όσο θα ήθελα.
Όφειλα, βλέπετε, να καλύψω πρωτίστως τις προσπάθειες των Ελλήνων αθλητών, εξ ημισείας με την έτερη απεσταλμένη του Gazzetta, την ακούραστη Πηνελόπη Γκιώνη. Κάπως έτσι έχασα τον Τεντόγλου, τον Χρήστου, τους κωπηλάτες μας, τον τελικό του μπάσκετ. Είδα όμως τα μετάλλια του Καραλή, του Τσελίδη, του Πετρούνια και του Κουρουγκλίεφ.
Μίλησα πολύ με τον Τσιτσιπά, τη Σάκκαρη, τη Στεφανίδη, τους πολίστες, τις πολίστριες, την Πλατανιώτη, τη Ντουντουνάκη, τον Γκιώνη, την Πρεβολαράκη, τις αδελφές Αλεξανδρή, τον Σπανούλη και τα παλικάρια του, τον σημαιοφόρο Γιάνναρο. Γνώρισα και συμπάθησα πολύ αθλητές και αθλήτριες άγνωστες και άγνωστους σε μένα ακόμα και κατ’ όνομα, όπως ο ποδηλάτης Μπούγλας και η κολυμβήτρια Δαμασιώτη.
Μοιράστηκα με τους Άνδρες του πόλο το αβάσταχτο σοκ του αποκλεισμού με γκολ στην εκπνοή του προημιτελικού, λες και ξαναζούσα τον προημιτελικό μπάσκετ του Πεκίνου. Έκανα τρεις καταδρομικές επισκέψεις Παρίσι-Λιλ-Παρίσι άνευ διανυκτέρευσης, με ελάχιστο ύπνο, για το χατίρι της «επίσημης αγαπημένης». Εδώ υπάρχει -όπως ξέρετε- ένας έρωτας μεγάλος.
Αξιώθηκα να δω τον Ντουπλάντις, τον Τζόκοβιτς, τον Νγκαπέτ, τον Μάντιτς, τον Εβενεπούλ, τον Φελίξ, τα παρθενικά, ποτισμένα με αεράκι Καραϊβικής χρυσά μετάλλια της Σεντ Λούσια και της Ντομινίκα. Επίσης τον Κάρι, τον Λεμπρόν, τον Γιόκιτς, τον Ντουράντ, τον Γιάννη, αλλά δεν πήγα στους Ολυμπιακούς Αγώνες για την πορτοκαλί μπάλα. Ήθελα περισσότερο Μαρσάν, Λεντέκι, Μπάιλς, Λάιλς, Ρινέρ, Μιχάιν Λόπες, αλλά το καθήκον με καλούσε αλλού.
Πανηγύρισα σαν παιδί τον θρίαμβο του Μανόλο, φωτίστηκα από το χαμόγελο του Θοδωρή και του Λευτέρη, συγκινήθηκα με τη σαστιμάρα του θηρίου Κουρουγκλίεφ. Σχεδόν αδιαφόρησα για το σίγουρο μαλαματένιο μετάλλιο του Μίλτου, που έχει χαλάσει την πιάτσα έτσι όπως κερδίζει τα χρυσάφια με σαγιονάρες και γυαλί ηλίου.
Ντράπηκα λίγο, με τις επίσημες και ανεπίσημες αντιδράσεις για την αδικία σε βάρος της Δώρας Γκουντούρα: ανέκαθεν με ενοχλούσε η μανία καταδίωξης. Ντράπηκα ακόμα περισσότερο με τα δύο κρούσματα ντόπινγκ στον στίβο. Προσπάθησα να ανιχνεύσω λίγο την περίεργη υπόθεση Πόλακ, όταν γύρω μου βασίλευε ομερτά.
Σε μία τουλάχιστον περίπτωση πήγα σε λάθος κολυμβητήριο και είδα καταδύσεις αντί για πόλο. Συνάντησα παλιούς φίλους και χάρηκα χαρά μεγάλη. Δεν πρόφτασα να πάω στον τελικό της Ιμάν Κελίφ (και της Λι-Γιου Τινγκ) στο μποξ, αν και τον είχα σημαδέψει με ροζ κύκλο στο ημερολόγιο. Περιορίστηκα σε ένα εορταστικό σουαρέ σε αλγερινό εστιατόριο του Μενιλμοντάν.
Γέλασα με τις Monty Python σκυταλοδρομίες των Αμερικανών και των Τζαμαϊκανών στον στίβο. Απογοητεύτηκα με τη τζούφια «Ντριμ Τιμ» των ΗΠΑ στο μπάσκετ, που υποτίθεται ότι θα σάρωνε τα πάντα, αλλά χρειάστηκε τα θαύματα ενός σχεδόν εξωγήινου (από τους πολλούς που είχε) για να κερδίσει αντιπάλους σαφώς κατώτερους στον ημιτελικό και στον τελικό.
Παρακολούθησα μία εκπληκτική Τελετή Έναρξης, που ενόχλησε αυτούς ακριβώς που «έπρεπε» να ενοχλήσει. Η κακή τηλεσκηνοθεσία στην πλεούμενη παρέλαση των αθλητών και η νεροποντή ήταν το πραγματικό πρόβλημα, όχι οι αστειότητες των παπάδων και των τραμπικών. Είδα τους Αμερικανούς να παραλαμβάνουν τη Φλόγα και να αναχωρούν με κατεύθυνση την άκρατη εμπορευματοποίηση, τον ψωραλέο πατριωτισμό και το κιτς, όπως το 1984. Eμείς θα έχουμε για πάντα το Παρίσι. Και σόρι, Μπόγκι, για την ιεροσυλία του τίτλου.
Δυσανασχέτησα με τα υπερβολικά μέτρα ασφαλείας των Γάλλων τις μέρες πριν την Τελετή, αλλά θυμήθηκα το λουτρό αίματος στο Bataclan και στο Charlie Hebdo, οπότε έπαψα να τα θεωρώ υπερβολικά. Γλιτώσαμε, τουλάχιστον, από τον εφιάλτη της Λεπέν. Εάν είχε κατσικωθεί αυτή στο θώκο της οικοδέσποινας λίγες μέρες πριν τους Αγώνες, ειλικρινά θα ακύρωνα το ταξίδι στην Πόλη πλέον του Σκότους.
Περπάτησα περίπου 240 χιλιόμετρα μετρημένα με ένα app πεζοπορίας και άντεχα άλλα τόσα κι άλλα τόσα. Κοιμήθηκα ελάχιστα, εξαντλήθηκα, αλλά κώφευσα όταν άκουσα το γέρικο σώμα μου να διαμαρτύρεται. Για έναν άνθρωπο που αγαπάει τον αθλητισμό, το ταξίδι και την πολυπολιτισμικότητα, δεν υπάρχει τίποτε που έστω να συγκρίνεται με τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Έζησα την πέμπτη Ολυμπιάδα της ζωής μου, σε τέταρτη διαφορετική ήπειρο, και νομίζω ότι αυτή ήταν η καλύτερη, ίσως μαζί με εκείνην του 2000 στο Σίντνεϊ. Το Παρίσι δεν έχτισε «λευκούς ελέφαντες» ούτε ήπιε το αίμα των φορολογούμενων για να κάνει Αγώνες. Προστάτευσε με πάθος την αξιοπρέπειά του και δεν κατέβασε ποτέ τα βρακιά –όπως εμείς- μη τυχόν και το κακολογήσουν οι ξένοι.
Η συμμετοχή των Γάλλων φιλάθλων, σε όγκο και παλμό, ήταν υπεράνω πάσης περιγραφής και προσδοκίας. Είκοσι μέρες, δεν θυμάμαι να μου χτύπησε στο μάτι άδειο κάθισμα. Όσοι Παριζιάνοι δεν γούσταραν Ολυμπιακούς Αγώνες έφυγαν από την πόλη, αλλά τόσο το καλύτερο. Δεν είχαμε ούτε μποτιλιαρίσματα ούτε συνωστισμούς στις εξόδους ούτε γεμάτα τρένα.
Ναι, ο Σηκουάνας είναι βρώμικος, αλλά αυτό δεν με κόφτει καθόλου. Τζάμπα μπελά έβαλαν στο κεφάλι τους οι Γάλλοι και τζάμπα ρεζιλεύτηκαν. Ούτε έχω δει ποτέ μου καθαρό ποτάμι που να διασχίζει μεγαλούπολη. Το τρίαθλο, το 2004, έπρεπε κι εμείς να το κάνουμε στον Κηφισό.
Πλέον, έχω να αντιμετωπίσω το αδυσώπητο μπλουζ της επόμενης ημέρας, στη χώρα όπου ο βίος έχει γίνει αβίωτος. Από το φινιστρίνι του αεροπλάνου με υποδέχθηκαν οι φλόγες του Βαρνάβα και με προσγείωσαν απότομα στην πεζή πραγματικότητα. Πώς αντέχεται η Ελλάδα, όταν αισθάνεσαι ότι προέρχεσαι από τρεις εβδομάδες σε κάτι που σου φάνηκε παράδεισος;
Έπρεπε μάλλον να καβαλήσω κάποιο από τα αεροπλάνα της Air France στο «Σαρλ Ντε Γκολ» και να ξεχυθώ για διακοπές στις γαλλικές αποικίες. Ρεϋνιόν ακούει; Γουαδελούπη; Μαρτινίκα; Ιλ-Μορίς; Τον δρόμο για την Ταϊτή τον έψαχνα απεγνωσμένα επί μια τετραετία, κύριε διευθυντά μου, αλλά δεν τον βρήκα ποτέ. Χάθηκε να έχουμε έναν Πετρούνια και στο σέρφινγκ;
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.