Τράπουλα με κυριλλική γραφή
Ο Παναθηναϊκός ξεκίνησε τον καλοκαιρινό σχεδιασμό με τον ενδεδειγμένο τρόπο και με σύνεση ασυνήθιστη: βγήκε στην αγορά και προσέλαβε τον καλύτερο, ίσως, προπονητή που ρεαλιστικά θα μπορούσε να πάρει: τον Ντέγιαν Ράντονιτς, που έχει γαλόνι στη στολή του όχι τόσο τους εγχώριους τίτλους, όσο την πρόσφατη τετραετή θητεία στην Euroleague..
Άκουγα τα σενάρια για τον Γιάννη Σφαιρόπουλο και μέσα μου γελούσα. Δυόμισυ δεκαετίες μετά το μάταιο φλερτ με τον Γιάννη Ιωαννίδη, που πήγε να προκαλέσει διχασμό στην «πράσινη» κερκίδα αλλά και στην ίδια την οικογένεια Γιαννακόπουλου, δεν έχει ακόμη ξημερώσει η μέρα που προπονητής με «κόκκινο» πρόσημο θα φορέσει τη φόρμα με το τριφύλλι.
Θα θυμίσω μόνο πόσο ανεπιθύμητος ήταν και παραμένει στο ΟΑΚΑ, λόγω της σχετικά σύντομης θητείας του στον Ολυμπιακό, ο άνθρωπος που σήκωσε πρώτος το ευρωπαϊκό τρόπαιο για λογαριασμό του Παναθηναϊκού, χώρια το ενωτικό και υπερκομματικό προφίλ του.
Ο Σφαιρόπουλος είναι φυσικά καλύτερος προπονητής από τον Ράντονιτς, ιδίως για ελληνική ομάδα, αλλά ούτε ο Παναθηναϊκός τον ήθελε ούτε ο ίδιος ήθελε να ακουμπήσει το κεφάλι του στον πράσινο ντορβά.
Μιλάμε εξάλλου για μία καρέκλα όπου δεν στέριωσε κανείς για ολόκληρη σεζόν τα τελευταία 9 χρόνια, με εξαίρεση τον Τσάβι Πασκουάλ. Όπως έχω ξαναγράψει, η απόλυση του Ισπανού για το ομολογουμένως ωραία μάτια του Ρικ Πιτίνο ήταν μάλλον το ιστορικό λάθος στη θητεία του Δημήτρη Γιαννακόπουλου.
Ο Πασκουάλ θα μπορούσε να γίνει για τον Παναθηναϊκό ένας δεύτερος Ομπράντοβιτς, έστω χωρίς τα ευρωπαϊκά στέμματα. Ή ένας δεύτερος …Πασκουάλ, με τυφλοσούρτη τον Πασκουάλ της Μπαρτσελόνα.
Θαύμασα κάμποσες φορές το έργο του Ντέγιαν Ράντονιτς τα τελευταία χρόνια. Νομίζω μάλιστα ότι η δουλειά του στη Μπάγερν είναι για τον Παναθηναϊκό πιο ενθαρρυντική από το εντός των σερβικών τειχών στίγμα του. O Ράντονιτς είναι Μαυροβούνιος, αλλά ας μη κοροϊδευόμαστε, στον Αστέρα έπαιζε εντός έδρας, με πυρήνα Σέρβων παικτών, με γνώριμη περιρρέουσα ατμόσφαιρα, με γνώση του παρασκηνίου, με τράπουλα γραμμένη στα κυριλλικά.
Πολλές φορές, οι «Γιούγκοι» προπονητές αποδεικνύονται ασύμβατοι με το εξωτερικό, αφού βλέπουν το μπάσκετ, και την καθημερινή ρουτίνα, με τρόπο κάπως μονοδιάστατο και τετράγωνο. Η τρανταχτή αποτυχία του Ντούσκο Βουγιόσεβιτς στη Μόσχα, όπου μάλιστα κληρονόμησε κουμπαρά ασφυκτικά γεμάτο, είναι τρανό παράδειγμα.
Ακόμα και ο πολύς Ντούσαν Ίβκοβιτς χρειάστηκε κάμποσα χρόνια για να αποτινάξει κάποιες αγκυλώσεις, ενώ ο Μπόζινταρ Μάλκοβιτς έφυγε από το ΟΑΚΑ κλωτσηδόν (αν και πρωταθλητής Ευρώπης), επειδή, διέλυσε χωρίς ορατό λόγο την ομαδάρα του 1996.
«Ο Μπόζα ήταν το μεγάλο λάθος μου», μου είχε πει κάποτε ο Παύλος Γιαννακόπουλος. Ο πρωταθλητής Ευρώπης, επαναλαμβάνω, Μπόζα.
Ο Ράντονιτς βοήθησε τη Μπάγερν να αποβάλει την κλασσική γερμανική αφέλεια και την έκανε πιο συμπαγή, πιο αξιόπιστη, πιο «σέρβικη», προετοιμάζοντας το έδαφος για τον Αντρέα Τρινκιέρι, που συμπτωματικά εργαζόταν στην Παρτίζαν την ίδια εποχή.
Το μπάσκετ του Μαυροβούνιο είναι συντεταγμένο και σοβαρό, με υποκείμενο, ρήμα και αντικείμενο. Ο Ερυθρός Αστέρας της τελευταίας διετίας εμφανίστηκε πολύ καλύτερος και πολύ πιο επικίνδυνος από αυτό που θα περίμενε κάποιος διαβάζοντας τα ονόματα των παικτών του.
Όπως ήταν αναμενόμενο, ο Ράντονιτς αποχωρεί από το Βελιγράδι με ανεβασμένες τις μετοχές του. Στην Αθήνα, ωστόσο, βρίσκει μία ομάδα καλομαθημένη, που θεωρεί τη δεύτερη θέση παταγώδη αποτυχία, ακόμα και πίσω από τον «κόκκινο» οδοστρωτήρα του 2021-22.
Ο Ράντονιτς ασφαλώς ζήτησε υπομονή και ασφαλώς έλαβε τις σχετικές υποσχέσεις, αλλά η καρέκλα του θα τρίξει από το πρώτο χαμένο ντέρμπι κιόλας, όπως έγινε με όλους ανεξαιρέτως τους προκατόχους του.
Οι αιθεροβάμονες θα ζητήσουν και ωραίο μπάσκετ, μόνο που αυτό θα έπρεπε να τεθεί τελευταίο στη λίστα των προτεραιοτήτων. Το μεγάλο στοίχημα για τον Παναθηναϊκό θα είναι να ξεκολλήσει από το τέλμα και να ξαναγίνει ανταγωνιστικός στην Ευρώπη, όπου τουλάχιστον 6-7 ομάδες πατάνε γκάζι και εξαφανίζονται στον ορίζοντα.
Ο Ράντονιτς θα κληθεί να βγάλει λαγούς από το καπέλο ενός περιορισμένου προϋπολογισμού και να πλαισιώσει τους δύο αναντικατάστατους Έλληνες με παίκτες λαχεία, όπως έκανε ο Μπαρτζώκας με τον Ουόκαπ και τον Φαλ. Ναι, και με τον αίφνης περιζήτητο Τάιλερ Ντόρσεϊ.
Εάν κρίνω από το ιστορικά κατοχυρωμένο modus lavorandi των Σέρβων (και Μαυροβούνιων) προπονητών, ο Ράντονιτς θα θελήσει να φέρει «δικούς του» παίκτες από τη μαμά πατρίδα (την ευρύτερη), ίσως και από την αυλή του πολύφερνου Ραζνάτοβιτς, τώρα που ο τελευταίος έλαβε συγχωροχάρτι για το φευγιό του Σπανούλη.
Ο Παναθηναϊκός μπορεί να γίνει σερβοελληνική ομάδα στα χέρια του Ράντονιτς, αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, ιδίως τώρα που το ταμείον είναι μείον. Πρώτα βέβαια θα πρέπει να πείσει τους νυχτωμένους της εξέδρας ότι είναι ανέφικτο να ξαναφέρει στην Αθήνα χρυσά δάχτυλα όπως του Μάικ Τζέιμς και του Νικ Καλάθη.
Στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί να πετύχει στο παζάρι κανέναν καινούριο Χέζονια, να πουλήσει στους φανατικούς παναθηναϊκοφροσύνη και φύκια για μεταξωτές κορδέλες.
Θα έχουν ενδιαφέρον οι επόμενες κινήσεις του Ράντονιτς και της διοίκησης, αφού οι σταθερές στην ομάδα είναι ελάχιστες. Ο σημαντικότερος παίκτης της ομάδας είναι ο Παπαγιάννης, αλλά εσχάτως το όνομά του ακούγεται πολύ στο Μιλγουόκι, πράγμα αναμενόμενο για όσους έχουν ένα ζευγάρι μάτια.
Ο Νέντοβιτς έχει όλο το ταλέντο του κόσμου, αλλά η ευπάθειά του τον καθιστά πολυτέλεια για μία ομάδα που δεν αντέχει να χάνει βασικούς παίκτες για μήνες ολόκληρους. Από τους άλλους ξένους που τελείωσαν τη σεζόν, κανένας δεν είναι αναντικατάστατος αλλά κανένας δεν είναι και του πεταμού, εκτός αν ρωτήσουμε τους παντογνώστες που θεωρούσαν «λίγο» π.χ. τον Ντεσόν Τόμας ή τον Μπεν Μπεντίλ.
Η απόκτηση του εξαίρετου Πάρις Λι, για τον οποίο θυμάμαι να γράφω τις μέρες των αγώνων Ολυμπιακού-Μονακό ότι «είναι ιδανικός παίκτης για τον Παναθηναϊκό», αποτελεί βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση σε μία θέση που εξελίσσεται σε ανοιχτή πληγή, αλλά ο Λι δεν έχει δοκιμαστεί σε ρόλο 25-30 λεπτών και δεν ήταν και επιλογή του Ράντονιτς.
Ο Παναγιώτης Καλαϊτζάκης, που πάει να βαδίσει στα χνάρια του Χατζηβρέττα, είναι μία αξιόλογη προσθήκη στο «πράσινο» παιδομάζωμα, μόνο που οι πιτσιρικάδες κάθονται στην άκρη του πάγκου και κουνάνε πετσέτα, όταν ζητούμενο είναι οι νίκες και μόνο αυτές.
Θυμίζω ότι ο Νίκος Χουγκάζ ήταν παίκτης της Εθνικής ομάδας πριν μετακομίσει στον Παναθηναϊκό, έκτοτε όμως πέρασε ένα γεμάτο τετράμηνο σχεδόν ανενεργός. Ο Ράντονιτς μπορεί να κάνει καλή δουλειά με τους μικρούς και να τους προβιβάσει ομαλά στην πρώτη ομάδα όπως μόνο οι Σέρβοι γνωρίζουν, αλλά αυτό το αφήγημα θα πνιγεί στην πρώτη άδοξη ήττα.
Και στο κάτω κάτω ο Ράντονιτς δεν είναι Πρίφτης για να νοιάζεται για το καλό του ελληνικού μπάσκετ. Ούτε καν για το απώτερο μέλλον του Παναθηναϊκού! Όταν παίρνεις ξένο προπονητή, τον παίρνεις για το «τώρα».
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.