«Βασικά μου ήρθε περίοδος χθες και νιώθω αδυναμία και κούραση. Δεν είναι δικαιολογία και στην τελική απλώς δεν κολύμπησα πολύ καλά». Η δήλωση αυτή της Κινέζας κολυμβήτριας Fu Yuanhui στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο το 2016 έκανε το γύρο το κόσμου, με το κοινό να ανταποκρίνεται κυρίως θετικά. Ένα χρόνο νωρίτερα, η βρετανίδα τενίστρια Annabel Crofort είχε αναφερθεί στην περίοδο σε συνέντευξή της στο BBC ως το «τελευταίο μεγάλο taboo του γυναικείου αθλητισμού». Παρόλο που τα τελευταία χρόνια περισσότερες αθλήτριες έχουν μιλήσει ανοιχτά για το θέμα, η ιατρική έρευνα σχετικά με το πώς ο κύκλος κάθε αθλήτριας μπορεί να επηρεάσει την προπόνηση και την απόδοσή της έχει μείνει ακόμα πίσω.
Ιστορικά οι γυναίκες έχουν υποεκπροσωπηθεί στις ιατρικές μελέτες και στις κλινικές δοκιμές για νέα φάρμακα, καθώς η συμμετοχή τους θεωρείται «περίπλοκη», λόγω ακριβώς του έμμηνου κύκλου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η ιατρική κοινότητα να μη γνωρίζει με ακρίβεια τη σωστή δοσολογία ή τις παρενέργειες των σκευασμάτων στο γυναικείο φύλο, ειδικά όσον αφορά κλινικές μελέτες που ολοκληρώθηκαν πριν το 1993. Στην επιστήμη του αθλητισμού συγκεκριμένα, το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας βασίζεται στην ανδρική φυσιολογία. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν αρκετά μεγάλα κενά στα δεδομένα, άρα και στις πρακτικές που υιοθετούνται βάσει αυτών, σύμφωνα με τη Δρ. Brianna Larsen από το University of Southern Queensland στην Αυστραλία. Η Δρ. Larsen ασχολείται από το 2020 με το πώς ο κύκλος κάθε αθλήτριας και η ορμονική αντισύλληψη επηρεάζουν την απόδοσή της.
Ο Kurt Vogel, αθλητικός επιστήμονας και επικεφαλής φυσικής κατάστασης της ποδοσφαιρικής ομάδας Lions FC στο Queensland, αντιμετώπισε το ίδιο πρόβλημα όταν ξεκίνησε να δουλεύει σε γυναικείες ομάδες. Σύντομα συνειδητοποίησε ότι πολλές από τις πρακτικές που εφαρμόζονται στο γυναικείο αθλητισμό βασίζονται σε έρευνες στις οποίες συμμετείχαν μόνο άντρες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αυξάνεται για τις αθλήτριες ο κίνδυνος τραυματισμού και ο χρόνος αποκατάστασης. Πλέον διεξάγει τη δική του έρευνα, παρακολουθώντας τη συσχέτιση των φάσεων του κύκλου των αθλητριών της ομάδας με την απόδοσή τους σε εβδομαδιαία τεστ δύναμης και ταχύτητας.
Πέρα από τις ορμονικές διακυμάνσεις που μπορεί να επηρεάσουν την απόδοση μιας αθλήτριας, υπάρχουν και τα σωματικά συμπτώματα, από πονοκέφαλο και κράμπες στην κοιλιά μέχρι γενική κόπωση, τα οποία διαφέρουν από γυναίκα σε γυναίκα. Αν και τα συμπτώματα αυτά θεωρούνται ως ένα βαθμό φυσιολογικά, όταν αφορούν αθλήτριες ή πρωταθλήτριες μπορούν να επηρεάσουν το αποτέλεσμα ενός αγώνα ή μιας διοργάνωσης. Αυτό συνέβη άλλωστε και στη Fu Yuanhui, της οποίας η ομάδα τερμάτισε 4η στη σκυταλοδρομία 4x100. Το ερευνητικό έργο της Δρ. Larsen, του Kurt Vogel και άλλων αποτελούν βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση ώστε οι γυναίκες αθλήτριες να μπορούν να έχουν την επιστημονικά εμπεριστατωμένη στήριξη που χρειάζονται.