Έλειπε από το σπίτι της 200 και πλέον ημέρες τον χρόνο. Η καθημερινότητά της είχε πίεση, απαιτήσεις, κι άμμο. Μπορούσες να βρεις κόκκους άμμου στα ρούχα, τα μαλλιά, τα δάχτυλά της, τα όνειρά της. Η Έφη Σφυρή ήταν μαζί με τη συμπαίκτριά της Βάσω Καραντάσιου οι πρώτες που σύστησαν στο ελληνικό κοινό το μπιτς βόλεϊ.
Ξεκίνησε βόλεϊ στη σάλα από τα 13 της χρόνια. Φόρεσε τη φανέλα του Παναθηναϊκού κατέκτησε πέντε Πρωταθλήματα Ελλάδος, μα ο χαρακτήρας και η φιλοδοξία της την πήραν από το χέρι και την οδήγησαν στην άμμο. Από το 1998 ξεκίνησε να ασχολείται αποκλειστικά με το μπιτς βόλεϊ γνωρίζοντας μεγάλη επιτυχία. Σήμερα έχει τη δική της Ακαδημία προσπαθώντας να δώσει σάρκα και οστά σε εκείνη την εικόνα που έφτιαξε στο μυαλό της στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας όταν αγωνιζόταν μπροστά σε κατάμεστες κερκίδες.
Μιλώντας στο GWomen γυρίζει πίσω στις μέρες της δόξας, μοιράζεται αναμνήσεις και inside jokes με τη διόσκουρό της στα γήπεδα, μάς μαθαίνει τα μυστικά του αθλήματος και μετά λύπης της εξομολογείται ότι μετά το δίδυμο της Βάσως Καραντάσιου με τη Βίκυ Αρβανίτη δεν υπήρξε διάδοχικη κατάσταση στο άθλημα στη χώρα μας.
Η Έφη Σφυρή είδε στο μπιτς βόλεϊ το ανεξερεύνητο πεδίο μέσα στο οποίο θα μπορούσε να «ανθίσει». Κάθε φορά έδινε... παράταση στην περιπέτεια. Έλεγε «πόσο θα παίζω; 2-3 χρόνια ακόμα» και συνέχιζε... Δεν το είδε ποτέ αμιγώς επαγγελματικά. Δεν δεσμεύτηκε αιώνια μαζί του. Απλώς περπάτησε τον δρόμο που είδε μπροστά της, κι αυτός ο δρόμος την πήγε σε κάθε σημείο της γης, της έμαθε την ίδια τη ζωή. «Ο πρωταθλητισμός ήταν μια σπουδαία προπόνηση για την ζωή μετέπειτα», μάς λέει. Αυτόν τον δρόμο τον διέσχισε μαζί με την Βάσω Καραντάσιου. Οι δυο τους έγιναν «ένα» για πολλά χρόνια. «Ενώσαμε τις ζωές μας», όπως λέει η ίδια χαρακτηριστικά και τώρα κοιτάζουν πίσω με νοσταλγία ξαναζώντας στιγμές που η πίεση τότε δεν επέτρεπε.
Τι ήταν αυτό που σε έκανε να αφήσεις τη σάλα για την άμμο;
«Το κλικ έγινε λόγω χαρακτήρα. Ο χαρακτήρας και η φιλοδοξία μου που δεν μπορούσαν να μείνουν στα στεγανά του indoor βόλεϊ το οποίο εκείνες τις περίοδους, κι ακόμα και σήμερα, ταλαντεύεται σε μια κατάσταση με περιορισμένες επιτυχίες. Βλέποντας ότι στο μπιτς βόλεϊ βρήκα ένα άθλημα που μου ταίριαζε... Θα έλεγα ότι ναι μεν με διακρίνει ομαδικό πνεύμα και πάντα με ενδιαφέρει και το καλό της ομάδας και γενικά το κοινό καλό σε ό,τι κάνω γιατί θεωρώ -σου κάνω μια παρένθεση εδώ- πως ό,τι κι αν κάνεις αν δεν ευνοεί κι άλλους δεν ευλογείται.
Έτσι λοιπόν σκέφτηκα ότι μου ταιριάζει και πως θα μπορούσα πραγματικά να κουβαλήσω το εθνόσημο με χαρά και περηφάνια μέσα από αυτό το άθλημα. Μου δόθηκαν και κάποια δείγματα ότι οι επιτυχίες μπορούν να έρθουν. Είδα δηλαδή οτι με μηδαμινή επένδυση σε προπόνηση βγήκαμε με τη Βάσω (σ.σ. Καραντάσιου) τέταρτες στην Ευρώπη, τότε που κανείς δεν ήξερε την Ελλάδα ως beach volley...
Όλα αυτά με οδήγησαν να πάρω την απόφαση. Καθόλου ταλαντεύτηκα. Σκέφτηκα "αυτό μ'αρέσει, αυτό θα κάνω". Τότε έβλεπα τα πράγματα και πιο ερασιτεχνικά, δεν σκεφτόμουν ότι θα γίνει το επάγγελμά μου και θα ασχοληθώ όλη μου τη ζωή. Άλλα πράγματα είχα σπουδάσει, άλλα ήθελα να κάνω. Κάθε φορά έλεγα "πόσο θα παίζω; Ας δώσω 2-3 χρόνια ακόμα παράταση". Έτσι το έβλεπα. Ποτέ δεν ήταν αυτοσκοπός μου».
Η πιο δυνατή ανάμνηση που έχεις από όλο το «ταξίδι»;
«Έζησα μια δεκαετία και πάνω δίνοντας διαρκώς εξετάσεις. Το μπιτς βόλεϊ έχει μια ιδιομορφία. Έχει πολύ σοβαρούς, παγκόσμιους αγώνες, κάθε εβδομάδα. Δεν προλαβαίνεις να χαρείς μια επιτυχία, ένα μετάλλιο. Μπορεί να διακρίνεσαι την Κυριακή και την Τρίτη να ξεκινάει το επόμενο Παγκόσμιο. Είναι παγκόσμια series. Τώρα πια είναι όλο το χρόνο. Αλλά ειδικά από την άνοιξη ως τον Σεπτέμβρη έχει πολύ φορτωμένο πρόγραμμα. Κάθε εβδομάδα back to back»
Επιλέγεις σε ποια θα συμμετάσχεις; «Επιλέγεις, ναι. Αλλά δεν πρόκειται να αφήσεις κανένα έτσι και να σε περάσουν στην βαθμολογία. Αν κυνηγάς το αποτέλεσμα και κάνεις πρωταθλητισμό τότε οργανώνεις τη ζωή σου, την προπόνησή σου, τις δυνάμεις σου σύμφωνα με το αυτό το καλεντάρι».
Το όνειρό σου όμως πριν επικρατήσει τελικά ο πρωταθλητισμός ποιο ήταν;
«Ήμουν πολύ των γραμμάτων. Ήμουν δεύτερη δέσμη, ήθελα να σπουδάσω ιατρική. Στη δεκαετία των 90's στα 00's ο επαγγελματικός αθλητισμός και δη στο beach volley δεν ήταν σύνηθες φαινόμενο. Οπότε το επαγγελματικό ήρθε στην πορεία, γι αυτό κι εγώ προσαρμοζόμουν. Είχα τα μάτια μου ανοιχτά και απλά επέλεγα τους δρόμους, κι όλα δείχνουν ότι έκανα τις σωστές επιλογές».
Η συνεργασία σου με τη Βάσω Καταντάσιου ήταν σταθμός για το άθλημα στη χώρα μας και φαντάζομαι και για εσένα, μίλησέ μας γι' αυτή:
«Η συνεργασία μας είναι σταθμός, ναι. Σταθμός στη σχέση μας, στο πόσο θωρακίσαμε τους χαρακτήρες μας. Έχουμε περάσει μια ζωή με τη Βάσω, μια ζωή με τεράστιες προκλήσεις και τα σκεφτόμαστε τώρα και τα βλέπουμε και με νοσταλγία. Τώρα τα αντιλαμβανόμαστε διαφορετικά. Όταν σου συμβαίνει κάτι το ζεις, τώρα το βλέπεις απ' έξω. Πιο αντικειμενικά. Το πώς ενώσαμε τις ζωές μας... Γιατί το να παίζεις και να ζεις 200 και πλέον μέρες εκτός σπιτιού...
Ξέχασα να σου πω ότι το παγκόσμιο είναι κάθε εβδομάδα και είναι σε διαφορετική χώρα. Είχε τύχει κάποιες χρονιές προoλυμπιακές να είμαστε 3 εβδομάδες στην Ασία, με συνεχόμενα τουρνουά Χονγκ Κονγκ, Ιαπωνία, Κίνα. Να πάμε στην Αυστραλία και να επιστρέψουμε για τελικό Ευρωπαϊκού στην Ιταλία. Πάνω από ένας μήνας συνεχόμενα με τη βαλίτσα στο χέρι. Αυτό για να γίνει και να γίνει ευχάριστα και με αποτέλεσμα, πρέπει με τον άλλον να τα πηγαίνεις καλά σε βασικά πράγματα. Ίδια σκέψη, ίδια φιλοσοφία. Να είστε το ίδιο δυνατοί άνθρωποι. Υπάρχουν άνθρωποι που είναι φυγόπονοι. Αυτό είναι κάτι που εμείς με τη Βάσω δεν το είχαμε».
Πες μας μια άγνωστη ιστορία με τη Βάσω... «Είναι πάρα πολλές. Αν δεν παίρναμε το χρυσό μετάλλιο, ό,τι επιτυχία κι ερχόταν, δεν μιλούσαμε μετά. Ήταν τόσο μεγάλη η ένταση. Τα σκεφτόμαστε τώρα και γελάμε. Έχουμε γυρίσει από παγκόσμιο 4η θέση και πάλι δεν μιλιόμασταν...»
Επίσης ένα inside joke που είχαμε είναι ότι όταν γυρνούσαμε μετά από ταξίδι η καθεμία σπίτι της τής έλεγα, "μην με ενοχλήσεις" κι εκείνη μου απαντούσε: "μην χτυπήσει το τηλέφωνό μου"».
Πάμε στο άθλημα αυτό καθαυτό, τι διαιτερότητες έχει το beach volley;
«Στο beach Volley δεν υπάρχει μια ομάδα να καλύψει την αδυναμία σου. Κι αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά με άλλα αθλήματα που έχουν ένα ρόστερ. Εκεί έχεις παίκτες που έχουν κάτι καλό. Στο beach volley δεν υπάρχουν αναπληρωματικοί. Πρέπει να τα κάνεις εσύ όλα καλά, να αντέχεις στην πίεση, να αντέχεις στο να είσαι άρρωστος, να αντέχεις στο να είσαι ψυχολογικά πιεσμένος. Στον αγώνα δεν υπάρχει κόουτς. Πρέπει να έχεις τα προαναφερθέντα και παράλληλα την διαύγεια να οργανώνεις τη διάρκεια του παιχνιδιού, τα τάιμ άουτ, τον εαυτό σου, τη ψυχολογία σου. Το coaching είναι μέσα στο άθλημα. Είναι αναπόσπαστο κομμάτι ενός πρωταθλητή ούτως ή άλλως. Εμείς δεν έχουμε την πολυτέλεια να πάρουμε ανάσα στον πάγκο».
«Ο πρωταθλητισμός ήταν μια σπουδαία προπόνηση για την μετέπειτα ζωή»
Είναι μια δύσκολη επιλογή για να πει κάποιος "εκεί θα αφιερώσω τη ζωή μου".
«Πριν από εμάς δεν υπήρχε καν δρόμος. Δεν είχε χαραχτεί. Οπότε δεν μπορούσαμε και να το σκεφτούμε... Επίσης δεν θεωρώ ότι κάποιος μπορεί να πει ότι θα γίνει επαγγελματίας στο beach volley. Βλέπεις τις δυνάμεις σου, τις μετράς και πρέπει να είσαι και αντικειμενικός. Τα όνειρά μας είναι πολλά αλλά είναι δυνατό να πραγματωθούν όλα;»
Έχεις μετανιώσει για κάτι;
«Δεν έχω μέσα μου απωθημένα. Τίποτα. Κι αν σταμάτησα και νωρίς και λίγο ταλαντεύτηκα ήταν μέσα μου αποφασισμένο. Δεν είναι του χαρακτήρα μου να τα πολυψειρίζω τα πράγματα. Βέβαια με στοιχειώνουν κάτι πόντοι που έχουν χαθεί ολόκληρα πρωταθλήματα, αλλά δεν μπορείς να κανεις κάτι γι αυτό. Τώρα βλέπω και τις αποτυχίες με άλλο μάτι. Τι έχω αποκομίσει από αυτό. Αυτό συζητάμε και με τη Βάσω τώρα πια. Πόσο πολύ σε βοηθάει στη ζωή σου αργότερα ο πρωταθλητισμό».
Εσύ τελικά τι αποκόμισες;
«Ο πρωταθλητισμός ήταν μια σπουδαία προπόνηση για την ζωή μετέπειτα. Αυτό νομίζω κερδίζει κάθε πρωταθλητής. Περνάει τόσες δυσκολίες και μάχεται. Και τελικά αυτό δεν είναι και το νόημα της ζωής; Να μάχεσαι. Κι αυτό είναι σπουδαίο.
Να βγαίνεις από το comfort zone, από εκεί που νιώθεις καλά και να εξωθείς τον εαυτό σου στα άκρα, είτε σωματικά, είτε ψυχολογικά... Ένας πρωταθλητής προπονείται το ίδιο σκληρά και σωματικά και πνευματικά. Οι πρώτες 5 ομάδες του παγκοσμίου, την άλλη εβδομάδα που θα ξαναπαίξουν θα έχουν άλλες θέσεις. Είναι όλες ισάξιες, αλλά ξεχωρίζει ο διανοητικά πιο δυνατός».
Παρατηρείς εξέλιξη στο άθλημα σήμερα σε σχέση με τη δεκαετία που μεσουρανήσατε;
«Το άθλημα παγκοσμίως έχει εξελιχθεί. Έχει γίνει φανταστικό. Έχει προσελκύσει και το γυναικείο και το αντρικό, ακόμα πιο αθλητικούς παίκτες. Πιο δυνατούς, πιο ψηλούς. Ακόμα καλύτερο το επίπεδο και δυστυχώς η Ελλάδα δεν έχει ακολουθήσει. Δεν πίστευα ποτέ ότι δεν θα υπήρχε διάδοχη κατάσταση μετά από αυτό που αφήσαμε η Βάσω κι εγώ. Και μετά η Βάσω και η Βίκυ (σ.σ. Αρβανίτη). Δυστυχώς δεν έχουμε ομάδα που να προπονείται στα παγκόσμια. Παρότι σαρώναμε κάποτε τα μετάλλια...».
Γιατί συμβαίνει αυτό;
«Δεν μπορώ να δώσω εγώ τις απαντήσεις. Κυρίαρχο κομμάτι είναι η οικονομική κρίση που πέρασε η χώρα τα τελευταία χρόνια. Γιατί όπως όλα τα πράγματα για να ανθίσουν πρέπει κάποιος να επενδύσει πάνω τους και οικονομικά και σε χρόνο. Έχει μεγάλο μερίδιο ευθύνης η γενικότερη κατάσταση στη χώρα».
Η Βραζιλία παραμένει ο παντοκράτορας του αθλήματος;
«Παραδοσιακές δυνάμεις είναι η Βραζιλία, η Αμερική, η Κίνα και η Αυστραλία. Όμως την μεγάλη εξέλιξη την έχει κάνει η Ευρώπη. Τώρα πλέον θεωρούνται υπερδυνάμεις η Γερμανία, η Πολωνία, η Ελβετία. Χώρες που είναι στα μετάλλια. Η τάση πηγαίνει ότι το άθλημα παίζεται όλο το χρόνο σε κλειστά γήπεδα. Η Ευρώπη διοργανώνει παγκόσμια σε κλειστούς χώρους. Μπορεί να αλλάζει λίγο η υφή του αθλήματος, δεν έχει ήλιο, δεν έχει αέρα, αλλά παίζεται όλο το χρόνο και η Ευρώπη έχει κάνει καλό στο άθλημα. Παλιά παίζαμε όπου είχε καλοκαίρι. Και στην Ελλάδα, δεν χρειάζεται να είσαι στην παραλία. Το κάνεις και σε μια πλατεία, στο Σύνταγμα γίνεται κάθε χρόνο, στην πλατεία».
Τι ρόλο έχει σήμερα ο αθλητισμός στη ζωή σου;
«Τελειώνοντας την καριέρα μου είχα κάνει visualise τί θέλω να κάνω μετά. Όλος ο κόσμος που είχε γεμίσει το στάδιο -κάτι που δεν περιμενα ότι θα συνέβαινε- μου έδωσε τη δυνατότητα να ονειρεύομαι ότι όλοι αυτοί θα παίξουν κάποια στιγμή μπιτς βόλεϊ. Δημιούργησα λοιπόν την πρώτη ακαδημία. Έχω γήπεδα στη Βάρη και τη Βάρκιζα, στα νότια προάστια. Έχει έρθει πράγματι πολύς κόσμος να παίξει. Έχει γινει trend αν θες. Πρόκειται εξάλλου για μια άσκηση η οποία συνδυάζει τα εξής. Δεν χτυπάει κανείς, γιατί η άμμος είναι μαλακή επιφάνεια. Είναι κάθε ηλικίας και αλλάζει πάρα πολύ το σώμα. Δουλεύουν όλες οι μυϊκές ομάδες. Και κάνει και το πιο βασικό. Είναι ένα παιχνίδι. Αυτό που λείπει από τον κόσμο. Αυτό κάνει το μπιτς βόλεϊ μάγικο, είναι η καλύτερη άσκηση και παιχνίδι, που το παιχνίδι λείπει πολύ από την ενήλικη ζωή μας».
«Το beach volley δεν έχει ακριβούς εξοπλισμούς, δεν χρειάζεσαι καν παπούτσια»
Τι πρέπει να κάνει κάποιος για να ξεκινήσει;
«Εμείς στο Enso Beach Volley Club σού λέμε ότι "μέσα σε τρεις μήνες θα έχεις μάθει το άθλημα και θα χαίρεσαι με την ψυχή σου". Δεν το κάνουμε αυστηρά για 2 vs 2. Ή μικραίνουμε το γήπεδο ή βάζουμε περισσότερα άτομα. Γιατί σαν skills, το άθλημα είναι δύσκολο να παίξεις σε 8 μέτρα και να καλύψεις το γήπεδο δύο άτομα. Έχουμε το σύνθημα "εδώ είναι πάντα καλοκαίρι" και επίσης λέμε "πέτα τα παπούτσια σου". Το beach volley δεν έχει ακριβούς εξοπλισμούς, είναι πολύ φθηνό άθλημα. Δεν χρειάζεσαι καν παπούτσια. Δυσπρόσιτο το κάνει ότι είναι δύσκολο τεχνικά».
Παρακολουθείς άλλα αθλήματα;
«Θαυμάζω πολύ άλλα αθλήματα. Respect στο τρίαθλο, τους κοιτάζω και τους θαυμάζω. Τους δρομείς μεγάλων αποστάσεων. Όλα τα αθλήματα μου αρέσουν και θα μπορούσα να κάνω. Δεν νομίζω πως μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου χωρίς γυμναστική».
Κοιτάζοντας πίσω τι σκέψεις κάνεις; «Με τη Βάσω ξεχορτιαριάσαμε τον δρόμο για όλους όσοι ακολούθησαν. Με προβληματίζει ότι δεν υπήρξε διάδοχη κατάσταση αλλά κύκλους κάνει. Ίσως τώρα κάποιος επενδύσει. Τα παιδιά να ταξιδεύουν, να πηγαίνουν σε τουρνούα, να παίζουν. Σε ερασιτεχνικό επίπεδο υπάρχει πάρα πολύς κόσμος που ασχολείται.
Εμείς έχουμε ζήσει τις χρυσές μέρες. Ήμασταν η πρώτη ομάδα που πήρε πρόκριση σε Ολυμπιάδα. Πριν ανακοινωθεί ότι η Ελλάδα θα φιλοξενήσει τους Ολυμπιακούς το 2004. Φαντάσου μια ομάδα, σε ένα άθλημα καινούργιο, που προκρίνεται για πρώτη φορά σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Δεν είχε πάει κανείς σε Ολυμπιάδα από όλο το βόλεϊ, άνδρες - γυναίκες, κλειστό - ανοιχτό.»!
Υπήρξε κάποια στιγμή που σκέφτηκες να τα παρατήσεις; «Ποτέ δεν είπα "δεν μπορώ άλλο". Όταν είδα ότι δεν το θέλω άλλο, σταμάτησα. Δεν ένιωσα σεξισμό. Ποτέ κανείς. Ήταν τόσο μεγάλες οι επιτυχίες μας που δεν στεκόταν κανείς στο τί φοράμε πχ. Ήταν κομμάτι αυτού που καταφέραμε, ότι δύο εμφανίσιμες κοπέλες έκαναν τόσο μεγάλες επιτυχίες. Δεν ασχολήθηκε κανείς περισσότερο με το μαγιό μας. Ποτέ. Η επιμέλεια, η σεμνότητα, η επιτυχία. Πήραμε τεράστια εκτίμηση από τα media».